Ceny ropy se v úterý zvedly poté, co trhy zareagovaly na zprávy o možném zmírnění amerických cel na automobilový průmysl a na pozitivní čísla o dovozu ropy do Číny. Tyto faktory posílily důvěru investorů v další vývoj poptávky, ačkoliv nejistota spojená s geopolitickým napětím a nepředvídatelnými kroky americké administrativy zůstává.
Futures na severomořskou ropu Brent si do 6:30 SEČ připsaly 25 centů (0,4 %) a dosáhly hodnoty 65,13 dolaru za barel, zatímco americká lehká ropa West Texas Intermediate (WTI) vzrostla o 28 centů (0,5 %) na 61,81 dolaru za barel. I když jde o mírný nárůst, naznačuje to, že trh začíná oceňovat možnost snížení obchodního napětí a návrat části důvěry mezi investory.
Za tímto vývojem stojí zejména nové výjimky z celní politiky USA, které ohlásil prezident Donald Trump. Podle nezávislé tržní analytičky Tiny Teng Trumpovy výjimky ze sankcí na vybrané zboží – včetně elektroniky a automobilů – posloužily jako jasný signál trhům, že administrativa může být otevřená kompromisům. To přispělo k oživení nejen v energetickém sektoru, ale i na širších akciových trzích, které už týdny reagují velmi citlivě na každou novou zprávu týkající se obchodních bariér.
Podle aktuálních informací Trump zvažuje zmírnění 25% cel na dovoz automobilů a autodílů nejen z Číny, ale i z Mexika a Kanady. I když konkrétní rozhodnutí zatím nepadlo, trhy tento signál vnímají jako významný krok směrem k deeskalaci obchodní války, která poslední měsíce ochromuje globální obchod a snižuje důvěru firem v další vývoj.
Skeptici ale upozorňují, že Trumpova politika zůstává nestabilní a často protichůdná. I Tina Teng varuje, že ačkoliv současný vývoj vypadá pozitivně, trh zatím neprojevil výraznou důvěru. Rally na rizikových aktivech je podle ní zatím opatrná a křehká.
Další významný impuls přišel z Asie, konkrétně z Číny, kde v březnu vzrostl dovoz ropy o téměř 5 % oproti stejnému období loňského roku. Tento nárůst je částečně připisován snaze čínských rafinérií předzásobit se ropou z Íránu před očekávaným zpřísněním amerických sankcí. Spojené státy totiž opět signalizovaly, že chtějí íránský vývoz surové ropy zcela zastavit, což by mohlo výrazně omezit dodávky na globální trh.
Podle amerického ministra energetiky Chrise Wrighta plánuje Washington ještě silnější tlak na Teherán, což by mohlo mít přímý dopad na tržní bilanci. Ačkoliv je takový krok zatím pouze teoretický, samotná rétorika ohledně možného úplného odstřižení Íránu od globálního trhu s ropou má na trh psychologický vliv, který se projevuje růstem cen.
Napětí zvyšují i nové informace o poklesu těžby ropy v Kazachstánu, který patří mezi členy rozšířené aliance OPEC+. V prvních dvou dubnových týdnech zde produkce klesla o 3 % oproti březnu. I když se stále drží nad oficiálně stanovenou kvótou, i tento výpadek je jedním z faktorů, které přispívají ke stabilizaci ceny.
Na opačné straně trhu stojí OPEC, který v pondělí snížil výhled globální poptávky po ropě, a to vůbec poprvé od prosince. Důvodem je právě nejistota spojená s americkými cly, která podle mnohých ekonomů ohrožuje růst světového hospodářství. Tento krok organizace kartelu ukazuje, že i producenti ropy začínají přehodnocovat svou strategii a připravují se na možný pokles spotřeby v důsledku zpomalení ekonomiky.
Kromě geopolitických faktorů a celní politiky hrají svou roli i technické aspekty trhu. Analytici ING upozornili, že trh stále vstřebává rychle se měnící prostředí, ve kterém se mísí celní politika, napětí kolem Íránu a snahy o obnovení jaderných jednání mezi Teheránem a Washingtonem. Tento komplexní mix faktorů dělá z ropného trhu mimořádně volatilní prostředí, ve kterém může jakákoliv zpráva způsobit prudký výkyv cen.
V současné situaci je zřejmé, že investoři hledají každý náznak zklidnění a zlepšení globálního obchodního prostředí. Ačkoliv Trumpova slova o možném zmírnění cel na automobily mohou být vnímána jako čistě taktický tah, jejich dopad na trhy je reálný – stejně jako rostoucí dovoz ropy do Číny, která zůstává největším světovým odběratelem této komodity.
Zda se pozitivní trend udrží, bude záviset na dalších krocích americké administrativy, vývoji na Blízkém východě a signálech od velkých producentů. Trh s ropou tak i nadále zůstává citlivým barometrem globálních očekávání a nálady.
Ο πρόεδρος των Η.Π.Α. παραμένει η κύρια πηγή σημαντικών ειδήσεων που επηρεάζουν τις αγορές, προκαλώντας σκαμπανεβάσματα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Την Πέμπτη, οι συμμετέχοντες στην αγορά ενσωμάτωσαν με ενθουσιασμό τη νίκη του Donald Trump στις προσωπικές του δασμολογικές διαπραγματεύσεις με τη Νότια Κορέα, μαζί με τα συνδεόμενα οφέλη για τις Η.Π.Α. και τις επιπτώσεις για τους Κορεάτες. Αυτή η είδηση οδήγησε σε αυξημένη ζήτηση για μετοχές, εμπορεύματα και πρώτες ύλες, καθώς και σε περιορισμένη ενίσχυση του αμερικανικού δολαρίου. Ωστόσο, όπως λέει η παροιμία, η μουσική δεν έπαιξε για πολύ. Η αισιοδοξία εξανεμίστηκε γρήγορα όταν τα μέσα ενημέρωσης υπενθύμισαν στους επενδυτές ότι η 1η Αυγούστου πλησίαζε– και μέχρι τότε, ο Trump δεν είχε εξασφαλίσει συμφωνίες με άλλους βασικούς οικονομικά ισχυρούς και επιδραστικούς παίκτες όπως η Κίνα και η Ινδία, που προμηθεύουν τις Η.Π.Α. με σημαντική ποικιλία βασικών προϊόντων.
Χθες, ο Trump αναζωπύρωσε περαιτέρω τις ανησυχίες απειλώντας όχι μόνο την Κίνα και την Ινδία, αλλά και τη Βραζιλία με υψηλούς δασμούς. Επιπλέον, τους εκφόβισε ως μέλη των BRICS με κυρώσεις, ειδικά εναντίον των Βραζιλιάνων και των Ινδών. Φυσικά, οι αγορές δεν μπορούσαν να αγνοήσουν αυτόν τον νέο γύρο αντιπαράθεσης των Η.Π.Α. με ακατάβλητα έθνη, οδηγώντας σε μία διόρθωση των αμερικανικών αγορών μετοχών, ακολουθούμενη από πτώσεις σήμερα το πρωί στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.
Και παρόλο που κανένα από αυτά δεν ξάφνιασε, οι συμμετέχοντες στην αγορά –όπως και οι πολιτικοί αναλυτές– παρακολουθούν τώρα στενά τις παγκόσμιες εξελίξεις, αναγνωρίζοντας ότι τέτοιες γεωπολιτικές αλλαγές είναι οι κύριες κινητήριες δυνάμεις της επενδυτικής διάθεσης. Το κύμα αρνητικότητας του Trump έχει αποθαρρύνει τον ενθουσιασμό των επενδυτών.
Κατά τη στιγμή της σύνταξης του άρθρου, οι ασιατικοί δείκτες μετοχών παρουσιάζουν αρνητική δυναμική, όπως και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης στα ευρωπαϊκά και αμερικανικά χρηματιστήρια. Φυσικά, η άφιξη της 1ης Αυγούστου, συνοδευόμενη από απειλές δασμών από το γηραιό ηγεμόνα, ασκεί πίεση στις αγορές—αλλά το ερώτημα είναι: πόσο θα διαρκέσει αυτή η αρνητική διάθεση;
Εκτός και αν ο Trump κάνει περισσότερα σχόλια σχετικά με τις "ανυπόμονες χώρες", πιστεύω ότι η εστίαση της αγοράς θα μετατοπιστεί σταδιακά σε πιο συγκεκριμένα θέματα—ένα από τα οποία είναι η δημοσίευση της έκθεσης για την απασχόληση των Η.Π.Α. για τον Ιούλιο. Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες προβλέψεις, ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας στον μη αγροτικό τομέα αναμένεται να αυξηθεί κατά 106.000, χαμηλότερα από τις 147.000 τον προηγούμενο μήνα. Επιπλέον, το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να αυξηθεί από 4.1% σε 4.2%, ενώ οι μέσες ωριαίες αποδοχές αναμένεται να αυξηθούν κατά 3.8% ετησίως (από 3.7%) και κατά 0.3% τον Ιούλιο (έναντι 0.2% τον Ιούνιο).
Πέρα από αυτό, η προσοχή της αγοράς θα στραφεί επίσης στο Δείκτη PMI Μεταποίησης του περασμένου μήνα, ο οποίος αναμένεται να πέσει κάτω από το συμβολικό όριο του 50 στο 49.5 από 52.9.
Πώς θα αντιδράσουν οι αγορές σε αυτά τα νέα;
Με το υπόβαθρο της ανανεωμένης αντιπαράθεσης των Η.Π.Α. με ισχυρές παραγωγικές χώρες, οι επενδυτές πιθανότατα θα επικεντρωθούν ακόμα στις αμερικανικές εκθέσεις. Εάν τα στοιχεία επιδεινώσουν τη συνολική εικόνα, μπορεί να οδηγήσει τους συμμετέχοντες στην αγορά στο συμπέρασμα ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Η.Π.Α. θα αναγκαστεί να μειώσει τα επιτόκια κατά 0.25% τον Σεπτέμβριο. Αυτή η αναμενόμενη κίνηση μπορεί να αλλάξει το κλίμα στις αγορές και να σταματήσει ή ακόμα και να αντιστρέψει τις πωλήσεις που ξεκίνησαν χθες.
Εάν ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας αποδειχθεί ελαφρώς υψηλότερος, το αμερικανικό δολάριο μπορεί να λάβει τοπική υποστήριξη, και ο δείκτης του δολαρίου μπορεί να ανέβει ξανά πάνω από το επίπεδο του 100.00, το οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή κάτω από αυτό.
Μια τέτοια έκβαση μπορεί επίσης να ηρεμήσει τους επενδυτές μετοχών, μειώνοντας τις ζημιές από χθες και σήμερα που προέκυψαν από το νέο, αν και αναμενόμενο, κύμα αντιπαράθεσης των Η.Π.Α. με την Κίνα και την Ινδία.
Το ζεύγος παραμένει υπό αρνητική πίεση λόγω της προβλεπόμενης οικονομικής επιβάρυνσης στην ΕΕ, η οποία επιβάλλεται από τον ηγεμόνα της—τις Η.Π.Α.—μέσω επιβλαβών τελωνειακών δασμών και αναγκαστικής χρηματοδότησης της οικονομίας των ΗΠΑ μέσω μαζικών εισροών επενδύσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, και με τη δημοσιοποίηση της αναφοράς απασχόλησης των ΗΠΑ, το ζεύγος μπορεί να συνεχίσει την πτώση του προς το 1.1300. Ένα επίπεδο πώλησης θα μπορούσε να είναι γύρω στο 1.1398.
Το ζεύγος μειώνεται επίσης εν μέσω του εμπορικού πολέμου μεταξύ Η.Π.Α. και Κίνας, του κύριου εμπορικού εταίρου της Αυστραλίας στην περιοχή. Η αρνητική επίδραση της εμπορικής σύγκρουσης, σε συνδυασμό με την πιθανή ενίσχυση του δολαρίου, θα μπορούσε να ωθήσει το ζεύγος περαιτέρω προς τα κάτω στο 0.6360. Ένα πιθανό επίπεδο πώλησης είναι 0.6416.
QUICK LINKS